Saturday, 12 January 2019

SOREN KIERKEGAARD: THE SEDUCER'S DIARY

«Αν βλέπει σε μένα έναν απατεώνα, με παρεξήγησε∙ αν βλέπει έναν πιστό αγαπητικό, πάλι με παρεξήγησε. […] Σε λίγο ο αρραβώνας θα σπάσει. […] Θα λυθεί εκείνη για να δεθώ εγώ, όπως τα λυτά μαλλιά δεσμεύουν περισσότερο από τα δεμένα. […] Αλλά έτσι είναι, ή το κορίτσι ξελογιάζει τον άντρα ή ο άντρας το κορίτσι..»

   Το «Ημερολόγιο ενός Διαφθορέα» είναι μία αυτοτελής επιστολική νουβέλα από το έργο «Είτε-Είτε» (Enten-Eller) του Søren Kierkegaard που εκδόθηκε στην Κοπεγχάγη στις 15 Φεβρουαρίου του 1843. Εκδότης του φέρεται να είναι ο Βίκτωρ Ερημίτης, αλλά όχι και συγγραφέας. Η ανωνυμία του συγγραφέα υποχρεώνει τον Kierkegaard να διηγηθεί το μύθο: ο Βίκτωρ Ερημίτης αγόρασε κάποτε από ένα παλαιοπωλείο ένα παλιό, μεταχειρισμένο τραπέζι με πολλά συρτάρια. Σε ένα από αυτά τα συρτάρια βρήκε τα χειρόγραφα ενός μικρού βιβλίου που έφερε τον τίτλο «Ημερολόγιο ενός Διαφθορέα» που του κέντρισε το ενδιαφέρον και άρχισε αμέσως να διαβάζει.

«Τεντώνω το τόξο του έρωτα για να πληγώσω βαθύτερα..»

    Ο πρωταγωνιστής του «Ημερολογίου» είναι ένας διανοητικός διαφθορέας, ο Ιωάννης, ο οποίος αντιστοιχεί σε έναν καλλιεργημένο Don Juan∙ προικισμένος με πνεύμα, κυνικότητα και μακιαβελική στον έρωτα στρατηγική. Εν αντιθέσει με την σαρκική φαιδρότητα του Don Juan, ο σατανικός Ιωάννης έλκεται πρωτίστως από την πνευματική φαιδρότητα. Η αυτοπεποίθηση και η ειρωνεία είναι τα μέσα εκπλήρωσης του ρόλου του ως ερωτικός αποπλανητής και πνευματικός διαφθορέας όμορφων νεαρών κοριτσιών. Η ικανοποίηση που λαμβάνει είναι κυρίως εγκεφαλική και προκύπτει μέσα από την ολοκληρωτική κατάκτηση αγνών κοριτσιών και, στη συγκεκριμένη περίπτωση, της όμορφης Κορδελίας. Η στάση ζωής του είναι εστετική και η ηδονή που επιδιώκει στιγμιαία, πράγμα που έχει ως αποτέλεσμα να υποφέρει καθ’ όλη την διάρκεια των εξομολογήσεων του από ανία, κενότητα και μελαγχολία, ενώ ο τρόπος γραφής του δείχνει έναν ολοκληρωτικά μηδενιστικό τρόπο ζωής που οδηγεί στην απόγνωση.

«Όπως ένας ζωγράφος ζωγραφίζει την αγαπημένη του∙ ένας γλύπτης την πλαστουργεί∙ αυτό κάνω και εγώ, με πνευματικό όμως τρόπο..»

   Με μεγάλη μυστικότητα εισχωρεί μέσα σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής του θύματος του, της Κορδελίας∙ στο οικογενειακό ιστορικό της, στις καθημερινές δραστηριότητες της, στα ταλέντα, τις αδυναμίες της, τους φίλους της, ακόμη και στη ντουλάπα της. Με τον καιρό, ξετυλίγει το σχέδιο του αργά και με προσήλωση, λανσάροντας με επιδεξιότητα τη σαγηνευτική του προσωπικότητα οδηγώντας την Κορδελία στην ολοκληρωτική της παράδοση και στη στιγμιαία του ικανοποίηση - την οποία παρομοιάζει με «βιασμό».

«Οι περισσότεροι απολαμβάνουν ένα κορίτσι όπως ένα ποτήρι σαμπάνια - τη στιγμή που αφρίζει - αχ, ναι! Είναι νόστιμο και για πολλά κορίτσια είναι το καλύτερο που έχει να κάνει κανείς..»

   Μέσα στον ιστό που υφαίνει για να την παγιδεύσει, δεν διστάζει να χειραγωγήσει τον ερωτευμένο μαζί της Εδουάρδο, γιο ενός χονδρέμπορου, καθώς και την θεία της. Όλοι οι κοντινοί της άνθρωποι γίνονται πλέον πιόνια στην σκακιέρα του Ιωάννη, ο οποίος επιδιώκει τη συναίνεση της θείας της Κορδελία για τον αρραβώνα μαζί της, ενώ ταυτόχρονα παίζει τον ρόλο του καρδιακού φίλου και μέντορα στον Εδουάρδο, με απώτερο στόχο να του τη φορτώσει όταν θα έχει πλέον τελειώσει μαζί της, παρουσιάζοντας τον εαυτό του ως «σωτήρα» του δράματος που περνάει. Η αποπλάνηση διεκπεραιώνεται μέσα από τρία στάδια. Στο πρώτο, επιδιώκει να κερδίσει την εμπιστοσύνη όλων των κοντινών της ανθρώπων, στο δεύτερο επιδιώκει να την κάνει να τον ερωτευτεί και, στο τρίτο, και αφού την έχει κατακτήσει ερωτικά, απομακρύνεται σταδιακά ψυχραίνοντας τη στάση του, με αποκορύφωμα την διακοπή της σχέσης τους, πείθοντας την συγχρόνως ότι την απελευθερώνει από μία επώδυνη και αδιέξοδη κατάσταση. Η ηδονή έρχεται, με την συνειδητοποίηση από πλευράς της, ότι τον θέλει ακόμα και πιο ολοκληρωτικά από πριν, παρά το «αδιέξοδο».

«Μα και βέβαια Κορδελία μου υπάρχει κάτι βασιλικό στους τρόπους μου∙ αλλά εσύ δεν υποπτεύεσαι τίνος κράτους είμαι βασιλιάς..»

   Η αυτοβιογραφική εξομολόγηση του Ιωάννη έχει ποιητικό ύφος πλούσιο σε εικόνες, συναισθήματα, κοπλιμέντα, ρομαντισμό και κτητικές αντωνυμίες που φανερώνουν την ταραχώδη ψυχοσύνθεση του, τον επιπόλαιο συναισθηματισμό του καθώς και την εύθραυστη αυτοπεποίθηση του. Η ίδια η ύπαρξη του «Ημερολογίου» δεν είναι παρά το τεκμήριο των αναμνήσεων των επιθυμιών που έχουν εκπληρωθεί. Ο επίλογος διαμορφώνεται από τις κυνικές παραδοχές του Ιωάννη περί της ευγνωμοσύνης που η Κορδελία του οφείλει για αυτή τη σχέση, την άρνηση του να την αποχαιρετίσει λόγω του ότι δεν αντέχει τα κοριτσίστικα κλάματα και παρακάλια αλλά και από το ότι μέσα από αυτόν τον τρόπο εμπλουτίζει κανείς τις ερωτικές του εμπειρίες.

«Όταν ένα κορίτσι δοθεί ολόκληρο, όλα έχουν τελειώσει..»

   Καθοριστικό ρόλο στο περιεχόμενο των συγκεκριμένων επιστολών έχει παίξει η ίδια η σχέση που διατηρούσε ο Kierkegaard με την Regine Olsen, την οποία διέκοψε ο ίδιος λόγω της θρησκευτικής του αναζήτησης και των ενοχών που του είχε καλλιεργήσει ο βαθιά θρησκευόμενος πατέρας του, που εν αντιθέσει με τον Kafka, θαύμαζε και είχε διαμορφώσει μία βαθιά εξαρτημένη, από την παιδική ηλικία, σχέση μαζί του. Όλο το «Ημερολόγιο» διαπνέεται από θρησκευτικότητα, ενώ η υπαρξιακή έννοια της αγωνίας (angst) παίζει τον κύριο ρόλο. Η αμεσότητα των εξομολογήσεων εξυπηρετεί την διείσδυση αφενός στην κιρκεγκωριανή σφαίρα αισθητικής και αφετέρου στην λεπτομερή περιγραφή των σκέψεων του Ιωάννη, των προσωπικών κινήτρων, αποφάσεων και συναισθημάτων, με τρόπο απροκάλυπτο που δεν επιδέχεται κανενός είδους άλλοθι για αυτό που κάνει.

«Η ηθική στην επιστήμη, είναι όπως και στη ζωή: ανιαρή..»

   Με αυτόν τον τρόπο αναβλύζει η προκλητική και ασταθής ιδιοσυγκρασία του ίδιου του συγγραφέα, που την διαπερνά μία λιβιδινική έκσταση επενδεδυμένη σε πολλές διαφορετικές πόζες, μιμήσεις, υποκριτικούς ρόλους, προσωπεία και επιπόλαια διαπροσωπικά παιχνίδια που στο σύνολο τους συνθέτουν μία ερωτική μέθοδο αποπλάνησης, αντίστοιχη της μαιευτικής του Σωκράτη, που ο ίδιος ο Kierkegaard θαύμαζε. Ολόκληρη η διαδικασία αποπλάνησης δεν είναι παρά μία «μαιευτική διαλεκτική» που στόχο έχει να «εκμαιεύσει» την ολοκληρωτική συναισθηματική παράδοση του θύματος. Ολόκληρο το «Ημερολόγιο» φαίνεται να αποκωδικοποιείται εκ των υστέρων και μέσα από το όνομα του ίδιου του αφηγητή, του «Βίκτορ Ερημίτη», που δεν δηλώνει τίποτε άλλο από το αποτέλεσμα όλης αυτής της κενής και στερούμενης οποιουδήποτε νοήματος δραστηριότητας: επήλθε η κάθαρση μέσω της Νίκης, του Victor δηλαδή που στα λατινικά σημαίνει νικητής ή κατακτητής, και του Ερημίτη (Eremita), i.e. του Ιωάννη που με την νίκη του έμεινε μόνος και έρημος.




*By Philippos V Philios.