Thursday, 31 January 2019

ARISTOTLE: ΠΕΡΙ ΑΙΣΘΗΣΕΩΣ


ΒΙΒΛΙΟΝ ΤΡΙΤΟΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α'

Αδύνατον να υπάρχωσιν άλλαι αισθήσεις παρά τας πέντε.— Αδύνατον να υπάρχη ειδική αίσθησις των εις πάσας τας αισθήσεις κοινών, κινήσεως, ηρεμίας, σχήματος, μεγέθους, αριθμού κλπ.—Η διά πολλών αισθήσεων αντίληψις των κοινών ποιεί τας αντιλήψεις βεβαιοτέρας και ακριβεστέρας.

1. Ότι δεν υπάρχει αίσθησις άλλη παρά τας πέντε ταύτας, την όψιν λέγω, την ακοήν, την όσφρησιν την γεύσιν και την αφήν, δύναται τις να πεισθή εκ των επομένων (1). Εάν δήλα δη πάντα τα πράγματα, των οποίων οικεία αίσθησις είναι η αφή, τα αισθανώμεθα και εν τη παρούση καταστάσει (διότι πάσας τας ποιότητας ή τα πάθη των απτών ως απτών αισθανόμεθα διά της αφής) πρέπει αναγκαίως, εάν μας λείπη αίσθησις τις των απτών, να μας λείπη και αισθητήριόν τι όργανον. Και όσα μεν πράγματα αισθανόμεθα απτόμενοι αυτών αμέσως, τα αισθανόμεθα διά της αφής, την οποίαν συμβαίνει να έχωμεν. Όσα δε αισθανόμεθα διά των μεσολαβούντων στοιχείων και χωρίς να εγγίζωμεν αυτά αμέσως, τα [σ. 101] αισθανόμεθα διά των απλών στοιχείων, οία είναι ο αήρ και το ύδωρ.
2. Η κατάστασις είναι τοιαύτη ώστε, εάν δι' ενός μόνου διαμέσου στοιχείου δυνάμεθα να αισθανώμεθα περισσοτέρας αισθητάς ποιότητας, διαφέρουσας μεταξύ των κατά το γένος, πρέπει αναγκαίως ο έχων αισθητήριον ανάλογον προς το τοιούτον διάμεσον στοιχείον αισθήσεως να δύναται να αισθάνηται και πάσας τας διαφέρουσας αισθητάς ποιότητας. Εάν λ. χ. το αισθητήριον σύγκειται εξ αέρος και ο αήρ είναι το διάμεσον τούτο της αισθήσεως ήχου και χρώματος, το αισθητήριον θα αντελαμβάνετο τον ήχον και το χρώμα (2). Εάν δε πλείονα στοιχεία είναι τα διάμεσα της αισθήσεως των αυτών αισθητών, εάν λ. χ. ο αήρ και το ύδωρ είναι τα διάμεσα του χρώματος (διότι και ο αήρ και το ύδωρ είναι διαφανή), τότε το όργανον το έχον εν μόνον εκ των στοιχείων τούτων θα αισθάνηται το αισθητόν, όπερ δύναται να γίνηται αντιληπτόν διά των δύο.
3. Προσέτι τα αισθητήρια όργανα σύγκειται μόνον εκ των δύο τούτων απλών σωμάτων, του αέρος και του ύδατος (διότι η μεν κόρη του οφθαλμού αποτελείται εξ ύδατος, η δε ακοή εξ αέρος, και η όσφρησις εκ του ενός ή του άλλου τούτων, το δε πυρ δεν ανήκει εις καμμίαν αίσθησιν ή είναι κοινόν εις πάσας, διότι ουδέν ον υπάρχει έχον αίσθησιν χωρίς να έχη θερμότητα (3). Η δε γη ή δεν ανήκει εις ουδεμίαν αίσθησιν, ή είναι μεμιγμένη ιδίως με την αφήν. Διά ταύτα δεν υπολείπεται αισθητικόν μέσον άλλο εκτός του ύδατος και του αέρος.

4. Τοιαύτη δε είναι πράγματι η κατάστασις ζώων τινών(4). Πάσας τας αισθήσεις ταύτας έχουσι τα ζώα τα μη όντα ατελή και [σ. 102] ανάπηρα. Διότι φαίνεται ότι και ο ασπάλαξ έχει οφθαλμούς υπό το δέρμα. Ώστε, αν δεν υπάρχη διάφορόν τι σώμα(5) και αν δεν υπάρχη πάθος (ιδιότης), όπερ εις ουδέν των ενταύθα σωμάτων ανήκει, ουδεμία αίσθησις είναι δυνατόν να λείπη.
5. Αλλά προσέτι δεν είναι δυνατόν να υπάρχη ιδιαίτερον αισθητήριον των κοινών, τα οποία διά των επί μέρους αισθήσεων αισθανόμεθα κατά συμβεβηκός (ουχί αμέσως καθ' εαυτά), ήτοι κινήσεως, στάσεως, σχήματος, μεγέθους, αριθμού, ενότητος. Διότι πάντα ταύτα αισθανόμεθα διά της κινήσεως(6) ως λ.χ. αισθανόμεθα το μέγεθος διά της κινήσεως· επομένως και το σχήμα, διότι το σχήμα είναι μέγεθος τι. Την ηρεμίαν αισθανόμεθα εκ της ελλείψεως κινήσεως, τον δε αριθμών διά της αρνήσεως της συνεχείας και διά των ιδιαιτέρων αισθήσεων, διότι εκάστη των αισθήσεων αισθάνεται το εν (7). Ώστε είναι φανερόν, ότι είναι αδύνατον να υπάρχη ιδιαιτέρα αίσθησις ενός οιουδήποτε εκ τούτων, λ. χ. της κινήσεως· διότι άλλως θα συνέβαινεν ούτως, όπως τώρα αισθανόμεθα το γλυκύ διά της όψεως (8).
6. Τούτο δε, διότι συμβαίνει να έχωμεν την αίσθησιν των δύο τούτων ιδιοτήτων (του γλυκέος και του χρώματος), διά των όποιων αναγνωρίζομεν το πράγμα ως γλυκύ, όταν αι δύο συμπίπτωσιν [σ. 103] είς τι αντικείμενον συγχρόνως, άλλως ουδεμίαν του γλυκέος θα είχομεν αίσθησιν, ή θα ησθανόμεθα κατά συμβεβηκός αισθήματα (9), ως όταν λ.χ. τον υιόν του Κλέωνος αναγνωρίζομεν ουχί διότι είναι υιός του Κλέωνος, αλλά διότι είναι λευκός, εις το λευκόν δε τούτο ον συνέβη να είναι υιός του Κλέωνος.
7. Των δε κοινών (κινήσεως κ. λ.) έχομεν αίσθησιν κοινήν (10) και δεν τα αισθανόμεθα κατά συμβεβηκός, επομένως δεν είναι ιδιαιτέρα αίσθησις, διότι τότε δεν θα ησθανόμεθα αυτά άλλως ειμή όπως είπομεν ότι βλέπομεν τον υιόν του Κλέωνος. Τα ιδιάζοντα όμως αισθητά εις εκάστην αίσθησιν δύνανται να αισθάνωνται αι άλλαι αισθήσεις κατά συμβεβηκός, ουχί εν τη ιδία φύσει αυτών, αλλά διότι μίαν μόνην αποτελούσιν αίσθησιν αι ιδιότητες εκείναι, ως όταν συγχρόνως γείνη αίσθησις δύο ιδιοτήτων ενός και του αυτού αντικειμένου, ως λ. χ. η χολή είναι πικρά (γεύσις) και ξανθή (χρώμα). Διότι βέβαια δεν είναι δυνατόν η μία εξ αυτών των αισθήσεων να είπη, ότι και αι δύο ιδιότητες είναι εν (11). Διά τούτο και απατάταί τις, εάν τινα ουσίαν ξανθήν υπολαμβάνη ότι είναι χολή.

Σημειώσεις

1) Τα επιχειρήματα του Αριστ. είναι σκοτεινά. Εν ολίγοις, ισχυρίζεται ότι τα ζώα έχουσι μόνας τας συνήθεις 5 αισθήσεις, διότι 5 αισθήσεις έχει το τελειότατον ζώον, ο άνθρωπος.
2) Το ον, όπερ αισθάνεται διά μέσου του αέρος, πρέπει να δύναται να αισθάνηται και τους ήχους και τα χρώματα, ων αναγκαίον διάμεσον είναι ο αήρ.
3) Η θερμότης είναι απαραιτήτως αναγκαία εις την πέψιν και την θρέψιν.
4) Δύνανται δήλα δη ταύτα να αισθάνωνται δια δύο διαμέσων σωμάτων, του αέρος και του ύδατος.
5) Διάφορον των δύο, αέρος και ύδατος, ή, κατ' άλλους σχολιαστάς, διάφορον ων 5 στοιχείων αέρος, πυρός, ύδατος, γης και αιθέρος.
6) Η κίνησις αντιληπτή ούσα υπό πασών των αισθήσεων χρησιμεύει ως μέσον προς αντίληψιν πάντων των κοινών.
7) Αισθάνεται την μονάδα και επομένως τον αριθμόν, ο οποίος είναι ένωσις μονάδων.
8) Τα κοινά θα ήσαν αισθητά υπό εκάστης των αισθήσεων. Ούτως η όψις, ήτις, καίπερ ειδική ούσα, αντιλαμβάνεται αλλότρια. Βλέποντες σώμα ξανθόν (όπερ διά της αισθήσεως γνωρίζομεν ότι είναι μέλι) γνωρίζομεν και ότι είναι γλυκύ. Ούτω δε βλέπομεν την γεύσιν αυτού, όπως το χρώμά του. Αλλά την γεύσιν μόνον κατά συμβεβηκός γνωρίζομεν. Ούτω, και αν τα κοινά ήσαν αισθητά δι' ειδικής αισθήσεως, τότε κατά συμβεβηκός μόνον θα εγνωρίζομεν αυτά διά των άλλων αισθήσεων.
9) Ούτω βλέποντές τινα ενδεδυμένον λευκά ενθυμούμεθα, ότι είναι υιός του Κλέωνος. Η παρούσα αίσθησις γνωρίζει ημίν άνθρωπον ενδεδυμένον λευκά και αφυπνίζει την μνήμην, ήτις πληροφορεί, ότι ούτος είναι υιός του Κλέωνος.
10) Αισθητήν υπό των 5 αισθήσεων. Και η ενότης των 5 αισθήσεων αποτελεί την ενότητα της αντιλήψεως των κοινών.
11) Ούτε η όψις δύναται να είπη ότι η χολή είναι ξανθή, ουδέ ότι αι δύο ιδιότητες ανήκουσιν εις το αυτό αντικείμενον.
12) Τα όντα και αι ιδιότητες, ας αισθανόμεθα δι' εκάστης των αλλων αισθήσεων.


*Ἀριστοτέλους Περὶ Ψυχῆς, Μετάφραση-Σχόλια: Παύλου Γρατσιάτου, Εκδόσεις Φέξη, Αθήνα, 1911.