Saturday, 4 April 2020

KARL POPPER: Ο ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΣ & Ο ΑΝΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ


   Οι δύο στάσεις απέναντι στον Μεσαίωνα, ο Ορθολογισμός και ο Ανορθολογισμός, αντιστοιχούν και σε δύο ερμηνείες της Ιστορίας.

1. Η ορθολογική ερμηνεία της ιστορίας βλέπει με ελπίδα τις περιόδους εκείνες κατά τις οποίες ο άνθρωπος προσπαθούσε να αντιμετωπίσει τα ανθρώπινα προβλήματα ορθολογικά. Βλέπει στη Μεγάλη Γενιά και ιδιαίτερα στον Σωκράτη, στον πρώιμο Χριστιανισμό (μέχρι τον Κωνσταντίνο), στην Αναγέννηση, στην περίοδο του Διαφωτισμού και στη σύγχρονη επιστήμη, μέρη ενός κινήματος που συχνά διακόπηκε, τις προσπάθειες των ανθρώπων να απελευθερώσουν τους εαυτούς τους, να θραύσουν τον κλοιό της Κλειστής Κοινωνίας και να δημιουργήσουν μια Ανοιχτή Κοινωνία. Έχει πλήρη επίγνωση του ότι αυτό το κίνημα δεν αποτελεί εκδήλωση κάποιου «νόμου προόδου» ή οτιδήποτε παρόμοιου, παρά εξαρτάται αποκλειστικά και μόνον από εμάς∙ καθώς και ότι θα εκλείψει αν δεν το υπερασπιστούμ ενάντια στους ανταγωνιστές του όσο και ενάντια στην απραξία και τη νωθρότητα. Η ερμηνεία αυτή βλέπει στις ενδιάμεσες περιόδους σκοτεινούς χρόνους, με τις πλατωνίζουσες αυθεντίες τους, τις ιεραρχίες κληρικών τους και τα φυλετικά τάγματα ιπποτών τους.
Μια κλασική διατύπωση αυτής της ερμηνείας έχει δώσει ο Λόρδος
Acton: «Η ελευθερία από τότε που ο σπόρος της φυτεύτηκε στην Αθήνα, εδώ και δύο χιλιάδες πεντακόσια εξήντα χρόνια, υπήρξε, μετά τη θρησκεία, το κίνητρο καλών πράξεων όσο και το γενικό πρόσχημα εγκλημάτων [...] Σε κάθε εποχή, η πρόοδος της απειλήθηκε από τους φυσικούς εχθρούς της, από την άγνοια και την προκατάληψη, από τη μανία των κατακτήσεων και την αγάπη για το εύκολο, από την έντονη επιθυμία του ισχυρού για δύναμη και από την επιτακτική επιθυμία του φτωχού για τροφή. Στη διάρκεια μακρών χρονικών περιόδων είχε εξολοκλήρου ανασταλεί [...]. Κανένα εμπόδιο δεν υπήρξε ποτέ τόσο επίμονο ή τόσο δύσκολο να ξεπεραστεί όσο η αβεβαιότητα και η σύγχυση που αγγίζουν τη φύση της αληθινής ελευθερίας. Αν τα εχθρικά συμφέρονται έχουν προκαλέσει πολύ κακό, οι λανθασμένες ιδέες έχουν προκαλέσεις ακόμα μεγαλύτερο.»
Είναι παράξενο το τι έντονο αίσθημα σκοτεινότητας κυριαρχεί στους σκοτεινούς χρόνους. Η επιστήμη και η φιλοσοφία τους σφραγίζονται και οι δύο από την πεποίθηση ότι η αλήθεια έγινε κάποτε γνωστή αλλά έχει πια χαθεί. Αυτό εκφράζεται τόσο στην πίστη στο χαμένο μυστικό της φιλοσοφικής λίθου των αρχαίων και στην αρχαία σοφία της αστρολογίας, όσο και στην πίστη ότι μια ιδέα που είναι καινούρια δεν μπορεί να έχει καμιά αξία, ότι κάθε ιδέα χρειάζεται την θεμελιωτική στήριξη της αρχαίας αυθεντίας (δηλαδή του Αριστοτέλη και της Βίβλου). Αλλά αυτοί που πίστευαν ότι το μυστικό κλειδί της σοφίας είχε χαθεί στο παρελθόν, είχαν δίκιο
: γιατί αυτό το κλειδί είναι η πίστη στον Λόγο και στην Ελευθερία. Είναι ο ελεύθερος συναγωνισμός της σκέψης, που δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς ελευθερία, ακριβώς, της σκέψης.

2. Η άλλη ερμηνεία συμφωνεί με τον Toynbee κατά το ότι βλέπει στον αρχαίο Ελληνικό όσο και στον νεότερο Ορθολογισμό (από την Αναγέννηση και μετά) μία παρέκκλιση από το μονοπάτι της πίστης. «Στα μάτια του συγγραφέα του παρόντος βιβλίου», αναφέρει ο Toynbee (A Study of History, τόμος V, σελ. 6), «το κοινό στοιχείο ορθολογισμού που μπορεί να διακριθεί στον Ελληνικό και στον Δυτικό Πολιτισμό δεν είναι τόσο ιδιαίτερα ξεχωριστό, ώστε να διαφοροποιήσει αυστηρά αυτό το ζευγάρι κοινωνιών από όλες τις άλλες κοινωνίες που είναι αντιπροσωπευτικές του ίδιου είδους [...]. Εάν εκλάβουμε το Χριστιανικό στοιχείο του Δυτικού Πολιτισμού μας ως την ουσία του τελευταίου, τότε η επάνοδος μας στον Ελληνισμός θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι συνιστά όχι μία εκπλήρωση των δυνατοτήτων της Δυτικής Χριστιανοσύνης, αλλά μία παρέκκλιση από το σωστό μονοπάτι της Δυτικής ανάπτυξης – στην πραγματικότητα, ένα λανθασμένο βήμα που ίσως να μπορεί, ίσως όμως και όχι, να ανακληθεί τώρα.
   Αντίθετα από τον
Toynbee, εγώ δεν αμφιβάλλω ούτε στο ελάχιστο ότι είναι δυνατό να «ανακαλέσουμε» αυτό το βήμα και να επιστρέψουμε στον κλοιό, στις καταπιέσεις, τις δεισιδαιμονίες και τους λοιμούς του Μεσαίωνα. Αλλά πιστεύω πως θα ήταν πολύ καλύτερο να μην το κάνουμε. Και υπογραμμίζω πως αυτό που θα πρέπει να κάνουμε πρέπει να εξαρτηθεί από τις δικές μας ελεύθερες αποφάσεις, και όχι από κάποια ιστορικίστικη ουσιοκρατία∙ ούτε, όμως, όπως φρονεί ο Toynbee, από «το ερώτημα ποιος μπορεί να είναι ο ουσιαστικός χαρακτήρας του Δυτικού Πολιτισμού».

*Karl Popper, Η Ανοιχτή Κοινωνία και οι Εχθροί της, μτφρ. Ειρήνη Παπαδάκη, εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 2003, σ.σ. 455-457.