Η Kathleen Conklin (Lili Taylor) είναι φοιτήτρια φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο της Νέας
Υόρκης. Πηγαίνει σε όλα της τα μαθήματα και κάνει φιλοσοφικές συζητήσεις με
τους καθηγητές της στα διαλείμματα. Ένα βράδυ, γυρνώντας από το μάθημα σπίτι,
της την «πέφτει» μια μυστήρια γυναίκα στον δρόμο που της συστήνεται ως "Casanova" (Annabella Sciorra) και η οποία την δαγκώνει στον
λαιμό και της πίνει το αίμα. Η Kathleen ξυπνάει με συμπτώματα βαμπιρισμού
και την πιάνει στερητικό σύνδρομο αίματος. Την επόμενη νύχτα, στην βιβλιοθήκη
της Σχολής της, γνωρίζει μία φοιτήτρια ανθρωπολογίας που την καλεί σπίτι της
για να διαβάσουν μαζί. Εκεί, την δαγκώνει και της πίνει το αίμα. Την επόμενη
νύχτα συναντάει κάποιον γνωστό στον δρόμο και τον προσκαλεί να κάνουν sex, αλλά στην διαδρομή τον δαγκώνει και του πίνει το αίμα.
Παράλληλα με τα παραπάνω, έχει ξεκινήσει διδακτορικό στη φιλοσοφία με θέμα την
έννοια της «ενοχής». Η «αναζήτηση για αίμα» διεκπεραιώνεται συγχρόνως με την
έρευνας της για την «ενοχή». Μία άλλη νύχτα συναντάει στον δρόμο τον Peina (Christopher Walken), έναν γηραιό vampire που της προτείνει να διαβάζει το “Naked Lunch” του William S. Burroughs όποτε την πιάνει στερητικό σύνδρομο
για να της φεύγει. Υποστηρίζει την διδακτορική της διατριβή με επιτυχία και
γίνεται Doctor of Philosophy. Στο πάρτι αποφοίτησης του τμήματος
της μαζί με την Casanova επιτίθονται στους παρευρισκομένους
προκαλώντας ένα χαοτικό blood orgy. Η Kathleen παθαίνει overdose από το πολύ αίμα και καταλήγει στο νοσοκομείο. Εκεί, από
ενοχές, παρακαλεί την νοσοκόμα να την αφήσει να πεθάνει και αυτή αρνείται.
Μόλις φεύγει η νοσοκόμα αποφασίζει να αυτοκτονήσει και ανοίγει τα στόρια να
μπει ήλιος. Εμφανίζεται η Casanova και κλείνει τα στόρια. Στην τελική
σεκάνς, εμφανίζεται η Kathleen ημέρα να επισκέπτεται τον ίδιο της
τον τάφο και με voice-over να λέει: "self-revelation is annihilation of self".
Η Noirish Black & White με voice-over αυτή ταινία επιχειρεί να αναδείξει
κεντρικά μοτίβα της υπαρξιστικής φιλοσοφίας, όπως αυτό της ενοχής και του
υπαρξιακού angst (Kierkegaard) μέσα από τον εθισμό στο αίμα. Αν
και η ταινία ερμηνεύεται συνήθως ως αλληγορία του εθισμού στην ηρωίνη, στη
πραγματικότητα πηγαίνει πολύ πιο πέρα. Εμπλουτισμένη με πολλές φιλοσοφικές
αναφορές (στην ταινία κουοτάρονται οι Nietzsche, Kierkegaard, Heidegger, Sartre, Beckett, Baudelaire), πολιτικές αναφορές σε εγκλήματα
κατά της ανθρωπότητας (Ολοκαύτωμα κτλ) μέχρι και θρησκευτικές (κουοτάρονται
θεολόγοι όπως ο Calvin και ο J.C. Sproul), που αφορούν κυρίως την έννοια της
«εξιλέωσης/λύτρωσης», στην καθολική της εκδοχή. Κορυφαία στιγμή της ταινίας η
καρτεσιανή (ανά)διατύπωση του cogito: “Pecco, ergo sum” (αμαρτάνω, άρα υπάρχω).
Πρόκειται για άλλη μία αμφιλεγόμενη ταινία του Abel Ferrara που έλαβε μικτές κριτικές, όπως και όλες του οι ταινίες,
φαντάζομαι, διότι μπλέκονται πολλά διαφορετικά ζητήματα χωρίς να διατηρείται η
συνοχή και η σαφήνεια. Αν έπρεπε να εντοπίσω ένα κεντρικό μοτίβο, αυτό θα ήταν
ο μηδενισμός μέσα από την αυτό-καταστροφή του ανθρώπου σε έναν μέτα-κόσμο που η
«ηθική τάξη» έχει καταρρεύσει πλήρως. Αυτό είναι εξάλλου το κεντρικό μοτίβο των
περισσότερων ταινιών του Abel Ferrara. Η ταινία γυρίστηκε με πολλά κλασικά noirish σκηνοθετικά elements, από την ονειρική ατμόσφαιρα, low-key lighting, gothic romance, femme fatale, στοιχεία horror, fatalism, art deco, chiaroscuro black & white με σκιές αποτυπωμένο σε στόρια, πρόσωπα και γραμμές
στους τοίχους. Προσωπικά βρήκα ενδιαφέρουσα και την σκηνοθεσία της και τα
φιλοσοφικά της themes, τα οποία όμως είναι πολλά και δοσμένα με τρόπο που
μάλλον θάβουν το ούτως ή άλλως αδύναμο story.
*By Philippos V. Philios.