Ως πρώτη μεταμοντέρνα ταινία
λογίζεται το 8½ (1963) του Federico Fellini λόγω του ότι αυτή είναι η πρώτη ταινία
που είναι ρητά αυτό-αναφορική: ένας άνθρωπος μας παρουσιάζει τον εαυτό του. Μας
τον παρουσιάζει και εξωτερικά, δηλαδή αναφορικά με την αντικειμενική του πραγματικότητα,
αλλά και εσωτερικά, δηλαδή αναφορικά με την υποκειμενική του πραγματικότητα, τα
όνειρα του, τα βιώματα του, το φαντασιακό του, τις αναμνήσεις του κ.ο.κ. Στην
συμπλοκή του υποκειμενικού με το αντικειμενικό το υποκειμενικό είναι αυτό που
επικρατεί με αποτέλεσμα η ταινία να εξελίσσεται σε μη-γραμμικό χρόνο, τα όρια
πραγματικού-φαντασιακού να θολώνουν, να κυριαρχεί ο ανορθολογισμός, ο
σουρεαλισμός και η δομή της να είναι εντέλει άναρχη και χαοτική. Αυτά όλα
αποτελούν θεμελιώδη χαρακτηριστικά του μεταμοντερνισμού που έκτοτε συναντάμε
και στις υπόλοιπες μεταμοντέρνες ταινίες.
Ο Baudrillard λόγισε το Once Upon a Time in the West
(1968) του Sergio Leone ως το πρώτο μεταμοντέρνο western. Κι εδώ ο χρόνος χάνει την
γραμμικότητα του, το υποκειμενικό επιβάλλεται στο αντικειμενικό, ενώ φαντασιακό
και αναμνήσεις παίζουν καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη και κατανόηση της
υπόθεσης. Το McCabe & Mrs. Miller (1971) του Robert Altman θα είναι το επόμενο μεταμοντέρνο western που αποτελεί και την καλύτερη έκφραση αυτού που
αποκαλούμε magical realism, επίσης θεμελιώδες στοιχείο του μεταμοντερνισμού.
To Monty Python and the Holy Grail (1975) του Terry Gilliam αποτελεί κι αυτό ένα από τα πρώτα
μεταμοντέρνα έργα. Επιδεικτικοί αναχρονισμοί, άναρχες δομές, χαοτικές
καταστάσεις, παρωδία και ειρωνεία. Η παρωδία και η ειρωνεία, καθώς και ο
κυνισμός που αυτές συνεπάγονται, αποτελούν επίσης βασικά συστατικά του
μεταμοντερνισμού που θα βρουν την τέλεια έκφραση τους στην πιο χαρακτηριστική
ταινία του είδους, το Pulp Fiction (1994) του Quentin Tarantino.
Στο Pulp Fiction η ιστορία ακολουθεί μη-γραμμική
πορεία και η δομή της είναι άναρχη: θα μπορούσαμε να την πούμε κυκλική, αλλά η
κυκλικότητα της εξυπηρετεί απλώς την εγγενή της ειρωνεία. Ειρωνεία και κυνισμός,
με στοιχεία παρωδίας, επικρατούν απόλυτα, ενώ απαλείφεται πλήρως η όποια ουσία,
το όποιο κέντρο βάρους της ταινίας και, μαζί με αυτά, το νόημα του. Ο Tarantino είναι ο σημαντικότερος μεταμοντέρνος σκηνοθέτης και όλες
του οι ταινίες αποτελούν την πιο ρητή και καθαρή έκφραση του μεταμοντερνισμού
που μπορούμε να βρούμε.
Αλλά εγώ θέλω να σταθώ σε μία άλλη
χαρακτηριστική, ίσως την δεύτερη πιο χαρακτηριστική μεταμοντέρνα ταινία μετά το
Pulp Fiction, το Matrix (1999) των The Wachowskis, το «Ευαγγέλιο του 21ου αιώνα», όπως έμεινε να
αποκαλείται.
Ο Jacques Derrida με την 'αποδόμηση' του στόχευε
κυρίως τον Δυτικό Ορθό Λόγο με τα δίπολα που είχε συγκροτήσει τα τελευταία
2.500 χρόνια, αρχής γενομένης της αρχαιοελληνικής φιλοσοφίας. Η δυτική
φιλοσοφία διακρίνεται στο ότι είναι ορθολογική, δηλαδή φέρει ως κεντρική έννοια
τον Λόγο από την εποχή του Ηράκλειτου μέχρι και σήμερα (τώρα έχει γίνει «γλώσσα»),
και βασίζεται στην Αρχή της Μη-Αντίφασης (ΑΜΑ). Δηλαδή κάτι, δεν μπορεί να
είναι και να μην είναι συγχρόνως. Η Ανατολική Φιλοσοφία π.χ. δεν αναγνωρίζει
τον Λόγο, είναι δηλαδή ουσιωδώς ανορθολογική. Ο Ορθός Λόγος, λόγω της ΑΜΑ,
δημιουργεί δίπολα, θεμελιώδη αντιφατικά ζεύγη, με τα οποία συνήθως καταπιάνεται
η δυτική μεταφυσική, π.χ. υποκείμενο/αντικείμενο, ιδεατότητα/πραγματικότητα,
δυνάμει/ενεργεία, καθ' εαυτό/δι' εαυτό, κ.ο.κ. Όλα τα δίπολα, ο Ορθός Λόγος ο
ίδιος, είναι αυτός που πρώτα απ’ όλα αποδομείται στον μεταμοντερνισμό: εδώ
πλέον δεν υπάρχουν δίπολα, επικρατεί η ριζική πολλότητα και η ριζική ετερότητα
(«διαφωρά», όπως την λέει ο Derrida, ενώ ο Deleuze απλά «διαφορά»). Οι πραγματικοί πατέρες του
μεταμοντερνισμού είναι ο Max Stirner και ο Friedrich Nietzsche. Αυτοί πρώτοι αποδόμησαν κάθε
έννοια ορθολογισμού και οι φιλοσοφίες του προώθησαν την πολλαπλότητα και την
ετερότητα. Ειδικά ο Nietzsche, γκρεμίζει ένα από τα σημαντικότερα
δίπολα της δυτικής μεταφυσικής: το ηθικό αντιθετικό ζεύγος καλό/κακό, αφού μας
καλεί μέσω του Ζαρατούστρα του να πάμε "Πέραν από το Καλό και το
Κακό" (όπως και στο ομώνυμο βιβλίο του). Να μην εγκλωβιζόμαστε πια δηλαδή
σε τέτοια δίπολα, αλλά να τα υπερβούμε για να απελευθερωθούμε από αυτά.
Επιστρέφοντας τώρα στο Matrix, οι Wachowskis εμπνεύστηκαν όλη την ταινία τους
και την αφιέρωσαν στο κλασικό μεταμοντέρνο βιβλίο του Jean Baudrillard “Simulacra and Simulation”. Μάλιστα, στις πρώτες σκηνές, ο Neo ανοίγει το εν λόγω βιβλίο για να πάρει ένα cd από μέσα του (το έχει μετατρέψει σε μυστικό αποθηκευτικό
χώρο) και η κάμερα κάνει zoom στον τίτλο του. Ενώ οι προηγούμενοι μεταμοντέρνοι (Foucault,
Derrida, κτλ.) αποδόμησαν θεμελιώδη δίπολα, όπως καλό/κακό,
υποκειμενικό/αντικειμενικό, σωστό/λάθος, όμορφο/άσχημο, άντρας/γυναίκα,
αριστερά/δεξιά κ.ο.κ., ο Baudrillard είναι αυτός που καρφώνει το
τελευταίο καρφί στο φέρετρο του ορθολογισμού, με την αποδόμηση της ίδιας της
πραγματικότητας, προάγοντας την έννοια της “Hyperreality” διά του “Simulacrum”. Όπως συμβαίνει και με όλες τις παραπάνω ταινίες,
τελικά δεν πρόκειται απλά και μόνον για μια συμπλοκή υποκειμενικού και
αντικειμενικού, όπως θα πρόβαλλε μία ορθολογική προσέγγιση (σαν την δική μου) -
αυτά τα δύο χάθηκαν, αποδομήθηκαν πλήρως, εδώ μιλάμε για μία «νέα
πραγματικότητα», μία «υπερπραγματικότητα» που κανείς δεν δύναται να διακρίνει
το υποκειμενικό και το αντικειμενικό, το ιδεατό και το πραγματικό, εντός της. Όλα
είναι ομοιώματα, αφού η διάσημη ρήση του Nietzsche «δεν υπάρχουν
γεγονότα, όλα είναι ερμηνείες», στο έργο του Baudrillard, βρίσκει την πλήρη της δικαίωση και θεμελίωση. Απαλείφεται
πλήρως αυτό που στις κλασικές γνωσιολογικές και επιστημολογικές θεωρίες
αποκαλούμε «σημείο αναφοράς»: δεν υφίσταται μία αντικειμενική πραγματικότητα
εκτός και ανεξάρτητη του υποκειμένου (ρεαλισμός), όπου τα υποκειμενικά
ενεργήματα και πράξεις αναφέρονται, την γνωρίζουν και την αλλάζουν. Ακόμα και η
ίδια η ιστορία αποδομείται πλήρως στον Baudrillard: βασικά δεν υπάρχει ιστορία.
Εστιάζοντας τώρα στην υπόθεση του Matrix, ο Neo είναι ένας μικροαστός υπάλληλος
μεγάλης εταιρείας software. Ζει δύο ζωές: την ημέρα το 8ώρο
του μικροαστού υπαλλήλου γραφείου, ένας ασήμαντος από τους πολλούς, και το
βράδυ είναι ο Neo, ένας παντοδύναμος hacker, που πραγματώνει τον εαυτό του διά
της πληροφοριακής επανάστασης. Αλλά δεν νιώθει καλά. Είναι αλλοτριωμένος; Όχι.
Δεν νιώθει καλά με την ίδια την «πραγματικότητα» που βιώνει. Είναι κακή αυτή η πραγματικότητα;
Ούτε. Το πρόβλημα του έγκειται στο ότι δεν είναι αρκετά πραγματική. Νιώθει ότι
δεν μπορεί πια να ξεχωρίσει το πραγματικό από το ονειρικό. Θέλει να μάθει τί
είναι το “Matrix”, που ακούει τον τελευταίο καιρό όλο και πιο συχνά.
Τελικά θα τον εντοπίσει ο Morpheus και θα του επιβεβαιώσει τις
υποσυνείδητες υποψίες του: όλα όσα ζει είναι ένα πρόγραμμα, ένα software, ένα ομοίωμα της πραγματικότητας και όχι η ίδια η
πραγματικότητα. Ο μικροαστός υπάλληλος γραφείου εδώ παρουσιάζεται ως το «νέο
επαναστατικό υποκείμενο», εξάλλου αυτοί συγκροτούν την πλειοψηφία των σύγχρονων
δυτικών κοινωνιών. Η ριζοσπαστικότητα του έγκειται ακριβώς σε αυτή την μοναδική
του σχέση με την πληροφοριακή επανάσταση: αυτός είναι ο άμεσος αποδέκτης αλλά
και χρήστης της. Οι Anonymous θα προκύψουν φυσικά μέσα από το Matrix και το V for Vendetta, λίγα χρόνια αργότερα. Οι κρατικοί
και θεσμικοί μηχανισμοί, όπως η αστυνομία, ο στρατός, οι πράκτορες κτλ,
παρουσιάζονται ως το «σύστημα», ενώ και στην πλειοψηφία τους οι άνθρωποι της κοινωνίας
προβάλλονται ως «μέρος του συστήματος» και, ως εκ τούτου, εχθροί, αφού αγαπάνε
το ομοίωμα περισσότερο από την όποια πραγματικότητα και είναι διατεθειμένοι να
πολεμήσουν για αυτό. Με σαφείς πλατωνικές αναφορές, όπως την αλληγορία του
Σπηλαίου, ο Morpheus εισάγει τον Neo στην «πραγματική
πραγματικότητα», βγάζοντας τον βίαια από το ομοίωμα που ζει τόσο καιρό. Αλλά
και σε αυτή την πραγματικότητα επικρατεί η υλική τεχνολογία, μηχανές και
ρομπότ, όπως και η άϋλη τεχνολογία, προγράμματα και softwares. Πιο πολύ μάλιστα από το ομοίωμα. Η «πραγματική
πραγματικότητα» είναι, εντέλει, πολύ χειρότερη από το ομοίωμα, αφού ρομπότ με AI έχουν επικρατήσει των ανθρώπων αφού πρώτα οι τελευταίοι
κατέστρεψαν τον πλανήτη προκαλώντας μία τεράστια οικολογική καταστροφή. Στο Matrix συναντάμε την μείξη που αποτελεί το κατ’ εξοχήν
χαρακτηριστικό του μεταμοντερνισμού: εκεί που ο Fellini έμπλεκε ονειρικό (σουρεαλιστικό)
και πραγματικό, στο Matrix πλέον μπλέκονται δεκάδες ετερογενή στοιχεία που δεν
συγκροτούν καν θεμελιώδη δίπολα, όπως π.χ. Εσχατολογία, ο Neo είναι ο «Εκλεκτός» σαν άλλος Ιησούς που θα σώσει το
ανθρώπινο γένος, ρομπότ και AI, softwares, επανάσταση, υπερήρωες και
μεταφυσική, Παλαιά Διαθήκη και Αλίκη στην Χώρα των Θαυμάτων (που είναι αυτή των
προγραμμάτων), sci-fi μυθολογία, δυστοπικότητα με έντονα αστικά και noir στοιχεία, φιλοσοφικούς προβληματισμούς, θρησκεία και
μυστικισμό - από Γνωστικισμό μέχρι και Βουδισμό - φουτουρισμό και αφηρημένη
τέχνη τύπου Pollock, η ριζική πολλότητα και ετερότητα πακεταρισμένη σε
αμερικανικής κοπής κόμικ context συγκροτεί κάτι το εντυπωσιακό. Αυτή η μείξη εντελώς
ετερογενών στοιχείων δίχως σαφή δίπολα, στον βαθμό που και το δίπολο ομοίωμα/πραγματικότητα
που βρίσκεται στον πυρήνα του Matrix αποδομείται αφού στο τέλος ο Neo κάνει τα ίδια «μαγικά» στην «πραγματική πραγματικότητα»
που κάνει και στο ομοίωμα, αποτελούν την πεμπτουσία του μεταμοντερνισμού, που
μπορεί να συνοψιστεί ως η ριζική πολλότητα και ετερότητα.
Η τρίτη πιο χαρακτηριστική
μεταμοντέρνα ταινία, μετά το Pulp Fiction και το Matrix, είναι, ασφαλώς, το Fight Club (1999) του David Fincher. Εδώ πλέον ο μεταμοντερνισμός εκφράζεται στην πιο καθαρή
νιτσεϊκή του μορφή απ’ ό,τι άλλο έχουμε συναντήσει: μικροαστοί λευκοί αρρένες
προάγουν την βία και τον μηδενισμό σε μία υπέρκαταναλωτική κοινωνία που από πρωταγωνιστές
τους έχει σπρώξει στο περιθώριο. Αυτή η επανάσταση είναι καθαρά alt right, δηλαδή μπορεί να τοποθετηθεί στον αντίποδα του Matrix. Είναι όμως κι αυτή καθαρά μεταμοντέρνα: μηδενισμός,
κυνισμός, ειρωνεία, πεσιμισμός, παρωδία, ψυχολογικός επικαθορισμός του
πραγματικού, μείξη ετερογενών στοιχείων και, βέβαια, πλήρη εξάλειψη των διπόλων
καλού/κακού και φαντασιακού/πραγματικού.
Ως κεντρικές έννοιες που συγκροτούν
τον αστερισμό του μεταμοντερνισμού όπως αυτές εκφράζονται μέσα από την 7η
Τέχνη, θα όριζα τις εξής:
1. Hyperreality: δεν υπάρχει πραγματικό και
φανταστικό, υπάρχει μία υπερπραγματικότητα που δεν διακρίνεται εντός της το
ψεύτικο από το αληθινό, το καλό από το κακό, το σωστό από το λάθος, το
υποκειμενικό από το αντικειμενικό.
2. Intertextuality: τα φύλα δεν είναι δύο, αλλά πολλά.
Η σεξουαλικότητα είναι ρευστή και διαχέεται παντού.
3. Magical Realism: η υπερπαγματικότητα δημιουργεί μία νέα πραγματικότητα
που μπορεί να είναι ταυτοχρόνως και hardcore ρεαλιστική και εντελώς μαγική,
εξάλλου οι αντιφάσεις δεν υφίσταντο πια.
4. Distortion of Time: ο χρόνος χάνει την γραμμικότητα του και η ιστορία εξαφανίζεται.
Υφίσταντο όλα συγχρόνως, στο εδώ και τώρα, παρελθόν, παρόν και μέλλον, για αυτό
και οι αναχρονισμοί μπορούν να στέκονται πλάι στα πιο φουτουριστικά σενάρια, με
καουμπόηδες στο διάστημα, ιππότες στο μέλλον κ.ο.κ.
5. Irony & Pastiche: λόγω όλων των παραπάνω, δηλαδή της
εξάλειψης ενός κέντρου βάρους, μίας «ουσίας», προκαλείται η ψυχολογική στάση
της ειρωνείας και της παρωδίας των πάντων. Ο κυνισμός και ο μηδενισμός
προκύπτουν έτσι φυσικά. Στον βαθμό που δεν υφίσταται η διάκριση ουσιώδους και
επουσιώδους, η ίδια η κριτική χάνει την ισχύ της: όλοι ασκούν κριτική σε όλα
δίχως συγκεκριμένο point of view εκκίνησης. Η πρόβλεψη του Nietzsche ότι η «ουσία του αστικού πολιτισμού
είναι ο μηδενισμός» εκφράζεται παντού.
6. Deletion of Fundamental Dichotomies: κανένα θεμελιώδες αντιθετικό
ζεύγος δεν παίζει επικαθοριστικό ρόλο. Οι αντιθέσεις είναι άπειρες, δίχως να
συγκροτούν αντιφατικά ζεύγη σύμφωνα με το «Τετράγωνο Αντίθεσης» του Αριστοτέλη,
δηλαδή αυτό που έμεινε ως «Τετράγωνη Λογική». Η πολλότητα και η ετερότητα
ρευστοποιούν τα πάντα, ακόμα και τον ίδιο τους τον εαυτό.
*By Philippos V. Philios.